Της Πέτρας και των Άστρων

Το Στεφάνι είναι χτισμένο αμφιθεατρικά στη πλαγιά των νότιων απολήξεων της Ψηλή Ράχης, που βρίσκεται στην οροσειρά του Ομηρικού Τρητού στα σημερινά σύνορα της Κορινθίας με την Αργολίδα. Δεσπόζει σε υψόμετρο 830 μ. στις παρυφές μικρής, εύφορης κοιλάδας και αγναντεύει το Ναύπλιο, τα γαλάζια νερά του Αργοσαρωνικού καθώς και τις οροσειρές της Πελοποννήσου, από τον Αραχναίο, στον Πάρνωνα, και από τον Ταΰγετο ως τη Ζήρεια. Αποτελεί το ορεινότερο χωριό του δήμου Κορινθίων.

Τα κτήματα του Στεφανίου φτάνουν ως τις Μυκήνες και έτσι το μεγαλύτερο μέρος του διατηρημένου δικτύου των αρχαίων μυκηναϊκών δρόμων βρίσκεται στη περιφέρεια του χωριού. Δεν είναι ίσως τυχαία η τοπική παράδοση που θέλει τους Στεφανιώτες να είναι απόγονοι των αρχαίων Μυκηναίων. Στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού, η ορεινή περιοχή ΒΑ των Μυκηνών αποτέλεσε κτηνοτροφική περιοχή που προμήθευε την πολύτιμη πρώτη ύλη για τα ξακουστά υφαντά των Μυκηναίων που αντάλλαζαν στα διάφορα λιμάνια της Μεσογείου με χαλκό, χρυσό και ελεφαντόδοντο. Στην Ομήρου Οδύσσεια γίνεται άλλωστε λόγος για την «Ευστέφανος Μυκήνη», τη Μυκήνη με το όμορφο Στεφάνι….

Το χωριό ιδρύθηκε στη σημερινή του θέση στα τελευταία χρόνια της Φραγκοκρατίας και η τοποθεσία του είναι δυσπρόσιτη και καλά προφυλαγμένη ανάμεσα στα ορεινά τμήματα που σχηματίζουν τα περίφημα και ιστορικά στενά των Δερβενακίων και της Κλεισούρας του Αγιονορίου (Κοντοπορεία), που συνδέουν την Κορινθία με το εσωτερικό της Πελοποννήσου από τα χρόνια της Αρχαιότητας. Το χωριό άκμαζε επί Τουρκοκρατίας και μαζί με το γειτονικό Αγιονόρι αποτέλεσαν το δεύτερο πληθυσμιακό κέντρο της Κορινθίας μετά τα Τρίκαλα.

Τον Ιούλιο του 1822 μετά την κάθοδο της στρατιάς του Δράμαλη Μαχμούτ Πασά στον Μοριά για την καταστολή της Επανάστασης και την επέλαση της στο κάμπο του Άργους, στρατοπέδευσαν στο Στεφάνι οι γνωστοί οπλαρχηγοί Νικηταράς και Παπαφλέσσας μαζί με 800 περίπου άνδρες εν αναμονή των εντολών του Κολοκοτρώνη από τα Δερβενάκια. Και αν στις 26 Ιουλίου, σύσσωμες οι ελληνικές δυνάμεις αντιμετώπισαν τον εχθρό στα στενά των Δερβενακίων και του Αγίου Σώστη, το βάρος της αναμέτρησης που ακολούθησε δύο μέρες αργότερα όταν ο Δράμαλης επιχείρησε να σπάσει το κλοιό των Ελλήνων για να περάσει στη Κόρινθο μέσω της Κλεισούρας, το επωμίσθηκαν αποκλειστικά οι δυνάμεις του Νικηταρά και των Φλεσσαίων. Στα υψώματα του Στεφανίου συντελέστηκε η φονικότερη για τους Έλληνες μάχη αυτού του τριημέρου μεταξύ των λιγοστών δυνάμεων του Νικηταρά και της εναπομείναντος στρατιάς του Δράμαλη, η οποία κατέληξε ωστόσο στη συντριβή της τελευταίας, όταν στο στενό πέρασμα της Κλεισούρας του Αγιονορίου βρέθηκε ανάμεσα στα πυρά του Νικηταρά και των Φλεσσαίων, οι οποίοι είχαν πιάσει νωρίτερα το Αγιονόρι.